7 Φεβ 2008

Η φόρμα που έγινε σενάριο


Αν θεωρήσουμε ότι η δυτική τέχνη είναι δομημένη από αφηγήσεις οι οποίες, κατά το πλείστον, μεταφράζουν τον τρόπο ζωής μας, τις προσωπικές ή επαγγελματικές μας σχέσεις, τη διασκέδαση, τους θεσμούς και την ιδεολογία μας, τότε μπορούμε να πούμε ότι οι οικονομικοί παράγοντες είναι αυτοί που καθορίζουν και προβάλλουν διάφορα σενάρια, ώστε να να χειραγωγούν την παγκόσμια αγορά.
Ενώ παράλληλα η πολιτική εξουσία καλλιεργεί τη δομή αυτή, την οργανώνει και τη διοχετεύει με προβλεπόμενους λόγους έτσι ώστε να υπερτονίζει, έμμεσα, το γεγονός ότι ζούμε στο εσωτερικό αυτών των αφηγήσεων.

Στο πλαίσιο αυτό ο ρόλος του καλλιτέχνη περιορίζεται, συνήθως, στο να παράγει αφηγήσεις που βασίζονται στον ήδη δομημένο ιστορικό και ιδεολογικό κοινωνικό ιστό, δηλαδή στην κατανομή της εργασίας, σε όλες τις εκφάνσεις της σεξουαλικότητας, στην τηλεόραση, κ.ά., βρίσκεται, με άλλα λόγια, φυλακισμένος στο μετα-καπιταλιστικό σενάριο, με αποτέλεσμα να συμμετέχει ενεργά στη γέννηση μιας νέας κουλτούρας, αυτή των δραστηριοτήτων, έτσι ώστε οι νέες φόρμες που προκύπτουν να βασίζονται στην υλικότητα αυτών των αφηγήσεων.

Η δομή της ελληνκής κοινωνίας και κατ'επέκταση οι καλλιτέχνες, είναι τέτοια ώστε να είναι ακόμα βιωματικά αφηγηματική, με αποτέλεσμα να προβάλλουν εικαστικές αναζητήσεις που αφορούν στην βιογραφική καταγραφή κώδικων επικοινωνίας οι οποίοι προέρχονται, κατά το πλείστον, από την προσωπική-κοινωνική θέση του καλλιτέχνη.

Ο Μανώλης Αναστασάκος ανήκει σε αυτή τη γενιά των καλλιτεχνών που χαρακτηρίζεται, μπορούμε να πούμε, από το βομβαρδισμό της πληροφόρισης, πολλές φορές αφιλτράριστη, των μέσων και της παγκοσμιοποίησης.
Μέσα απ' όλο αυτόν τον καταιγισμό της πληροφορίας ο ίδιος στρέφεται προς το εσωτερικό αυτών των αφηγήσεων που προσδιορίζουν περισσότερο το δικό του, βιωματικό φιλτράρισμα παρά αυτό που περιέντεχνα μας επιβάλλεται.

Minimax, κ' ένα σύστημα ενχάρακτων εικόνων αναπτύσσεται, σε μορφή κινηματογραφικού σεναρίου, όπου ο χρόνος είναι ο απαραίτητος συντελεστής της ανάπτυξης, της ανακάλυψης της εικόνας. Minimax και μέσα από τη σειριακή, θα λέγαμε, ανάπτυξη της εγκατάστασης ανακαλύπτουμε παραμυθένιες αφηγηματικές ιστορίες, οι οποίες προκαλούν και προσκαλούν το βλέμμα μας, τη διάθεση του χρόνου μας να τις ανακαλύψει. Το λίγο, το ελάχιστο υπάρχει στο πολύ και όχι το πολύ στο λίγο και οι λιλιπούτειες διαστάσεις των έργων του προκαλούν την ανατροπή στον, μέχρι τώρα, βουλημικό τρόπο είδωσης.
Διαχειρίζωντας τον εσωτερικό του κόσμο ο Μ.Α. δημιουργεί νέες αφηγηματικές φόρμες με minimax αναφορές στην αναπαράσταση και στην αφαίρεση, συνθέτει μια προσωπική αφηγηματική εγκατάσταση, ως είδος προσωπικού ημερολογίου, στην οποία καλούμεθα να αναρωτηθούμε ποιο είναι το ελάχιστο ή το μέγιστο και ποιές είναι οι συνθήκες που καθορίζουν αυτό το ιδιόμορφο «εικαστικό παιγνίδι», της εικόνας και της ανάγνωσης της.

Είμαστε πλασμένοι από ιστορίες, σημειώνει ο ίδιος και μας παραπέμπει σε αυτόν τον ανεξερεύνητο παραμυθένιο προσωπικό κόσμο που μορφοποιείται σαν ένα προσωπικό, ιδιότυπο σενάριο.