13 Νοε 2008

Βίντεο- εικόνα

Η βιντεογραφική εικόνα και η επέκταση της στη νουμερική εγγράφει μια ουσιαστική μεταβολή στην ιστορία της αναπαράστασης, μια μεταβολή την οποία η αισθητική πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της αφού πρόκειται για την υπόσταση του ιδίου του αντικειμένου της. Το βίντεο μας ενδιαφέρει σε σχέση με την ρήξη της παραδοσιακής εικόνας διότι μας οδηγεί προς ένα κόσμο ουτοπικό και ανεκτύπωτο.
Δεν πρόκειται βέβαια ούτε να ταχθούμε a priori υπέρ της τεχνολογίας, αλλά ούτε και να υιοθετήσουμε την ανθρωπιστική στάση, η οποία θεωρεί την τεχνολογική εξέλιξη απειλή της ανθρώπινης ακεραιότητας.

Το βίντεο του Γιάννη Οικονομίδη, μέσα από την υποκειμενική επεξεργασία της «αρμονίας των αντιθέσεων» αυτό που επιδιώκει είναι να μας εισάγει σε προοπτικές, συμπεριφορές και να επιφέρει συναισθηματικές αντιδράσεις οι οποίες επηρεάζουν την συνήθη αντίληψη μας για την εικόνα. Γνωρίζοντας ο ίδιος ότι, το βίντεο ως ηλεκτρονική εικόνα μας είναι οικεία, αλλά και ότι παραμένουμε ελάχιστα προσεκτικοί στη μη-μαγική της πραγματικότητα, επιλέγει να επεξεργαστεί χρωματικά και ηχητικά πεδία τα οποία, μέσα από την χρήση τεχνικών επεξεργασιών, γίνονται αντιληπτά ως εικόνες που επιφέρουν μια πολυπλοκότητα στην αντίληψη.
Με την έννοια του πολύπλοκου εννοούμε την διατύπωση ενός συστήματος αντιμέτωπου με την αρχικά αδύνατη πληροφόρηση.

Η αντιμετώπιση αυτή δεν είναι βέβαια το αποτέλεσμα μιας μοναδικής σύνθεσης των εικόνων που διπλώνονται, μετακινούνται κλπ., αλλά της ίδιας της εικόνας, δηλαδή το ηλεκτρονικό υλικό που γίνεται σημειωτική ουσία. Η ουσιώδης διαφορά είναι εδώ. Αυτή η διαφορά δεν είναι αυτή μιας ποιητικής αποστασιοποίησης, παραγόμενης στο εσωτερικό ενός ανατρεπτικού συστήματος, αλλά μιας μετατροπής. Αυτό δηλαδή που επισημαίνει ο Οικονομίδης δεν είναι μια ποιητική αποστασιοποίηση, παραγόμενη στο εσωτερικό ενός συστήματος, αλλά μια μετατροπή που αγγίζει την υπόσταση, τη χρήση και τη λειτουργία της εικόνας, δηλαδή την εικονική διάσταση.

Οι εικόνες- βίντεο, μέσα από τις φόρμες και τις χρωματικές αντιθέσεις, προκαλούν ένα είδος ντελίριου της μνήμης όπου όλες οι συσσωρευμένες εικόνες περιέχουν την βύθιση του υποκειμένου- θεατή. Το ότι ο καλλιτέχνης δεν επέλεξε εικόνες αναπαράστασης όπου τα σύμβολα και τα σημεία της κουλτούρας μπορούν να χάσουν την πραγματικότητα της ύλης τους ή ακόμα οι σκηνές και οι στιγμές της καθημερινής ζωής μπορεί να εξαφανιστούν με το πέρασμα του χρόνου, οφείλεται στο γεγονός ότι οι ήχοι και τα χρώματα διατηρούν τις έννοιες και γίνονται ως δια μαγείας τα ίχνη της καταγωγής μας.
Ο Οικονομίδης δεν έχει την διάθεση να εμψυχώσει αυτό το ιδανικό που ενώνει την ιστορία των κοινωνιών και των πολιτισμών γιατί είναι γνώστης ότι η μνήμη, μέσα από ανεικονικές εικόνες ανεξαρτητοποιείται και λειτουργεί ως ένα βασίλειο ευχαρίστησης. Αυτήν την πράξη, βέβαια, μπορούμε να την θεωρήσουμε ως διατήρηση μιας συμβολικής που λειτουργεί ως σημείο αποθήκευσης, στο ίδιο το έργο, αφού λόγω απουσίας του χρόνου δεν υπάρχει πιθανότητα να χαθούμε. Η λειτουργία δηλαδή του αντικειμένου-βίντεο, εγγυάται την μνήμη. Το αποτέλεσμα είναι ότι η εικόνα υποτάσσεται στο αντικείμενο-βίντεο ώστε το αντικείμενο να συνεχίζει να ξεπερνά την εικόνα ακόμα και όταν αυτή η ίδια –μέσα από την θεματική της- προσπαθεί να το εξαφανίσει.
Μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι υπάρχει ένα παιχνίδι έντασης μεταξύ εικόνας και αντικειμένου η οποία καταλήγει στο ότι η κίνηση των εικόνων είναι η μοναδική κίνηση έννοιας.

Με το έργο του Γιάννη Οικονομίδη διαπιστώνουμε πόσο η διείσδυση του βίντεο στο πραγματικό, αυτή η μεγάλη και ωραία αυταπάτη, δημιουργός μιας οργανικής όρασης, εφεύρει ένα κόσμο ο οποίος επιβάλλει τις «εντυπώσεις» του, αντιστρέφοντας τις συμβολικές σχέσεις που καθορίζουν την επιβολή του καθρέπτη.