Σκέψεις και ερωτηματικά με αφορμή την «Ομάδα Κατάληψη 1986-1990»
Πολλές φορές έχουμε σκεφτεί να αλλάξουμε τον κόσμο. Σκέψη επίκαιρη σε οποιαδήποτε εποχή και σε οποιαδήποτε ηλικία, σκέψη που όμως, ανάλογα με την ηλικία, χαρακτηρίζεται κάθε φορά από αντίστοιχες δράσεις.
Θέλουμε, επιθυμούμε, αυτή την αλλαγή στη κοινωνία ή στη ζωή μέσα στην οποία βρισκόμαστε εγκλωβισμένοι. Γνωρίζουμε, όμως συγχρόνως, ότι αυτή η αλλαγή μπορεί να επιτευχθεί μόνο -δεν είναι πάντα ουτοπική-, από οργανωμένες δράσεις. Άρα, στόχος μας είναι η χρήση κάποιων συγκεκριμένων τρόπων ή ακόμα η ανακάλυψη κάποιων νέων ώστε να είναι αναγνωρίσιμοι και από την κουλτούρα μας και από τις κοινωνικές συνήθειες μας.
Κάτι παρόμοιο υιοθέτησε η «Ομάδα Κατάληψη 1986-1990» όταν το 1986 αποφασίζει να καταλάβει ένα προκατασκευασμένο κτίριο που ανήκε στο Παιδαγωγικό, ώστε να λύσει, έστω προσωρινά, το πρόβλημα στέγασης, μιας Σχολής Καλών Τεχνών, που κάθε άλλο παρά πυρήνας κριτικής και πνευματικής σκέψης ήταν και που αντανακλούσε και αυτή, προς απογοήτευση μιας ομάδας ανθρώπων, την μικροαστική νεοελληνική νοοτροπία.
Στην πράξη αυτή και μέσα από μια διαδικασία όπου η καλλιτεχνική πράξη της ομάδας αποκτά τη μορφή επεμβάσεων στην καθημερινή ζωή, προστίθονται δράσεις σε σιδηροδρομικούς σταθμούς διάφορων πόλεων της Βόρειας Ελλάδας, παρέμβαση στο άγαλμα του Παπαναστασίου, έκθεση επτά άγνωστων καλλιτεχνών σε ένδειξη διαμαρτυρίας ενός συστήματος που νομιμοποιούσε, ανεξαρτήτως εικαστικής ποιότητας, την έκθεση επτά γνωστών θεσσαλονικέων καλλιτεχνών.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι όσο η ομάδα αποκτούσε συνείδηση τόσο ο αριθμός των συμμετεχόντων μειωνόταν, μιας και το συλλογικό ήταν υπεράνω του προσωπικού.
Σε μια εποχή λοιπόν όπου είχε και έχει χαρακτηρισθεί από μια παραγωγή φορμών στο πλαίσιο ενός πολιτισμού που «αγγίζει» την παγκοσμιοποίηση, η καλλιτεχνική δράση μιας ομάδας μας υπογραμμίζει ότι η καλλιτεχνική πράξη δεν είναι τόσο το ίδιο το καλλιτεχνικό αντικείμενο ή το έργο τέχνης, όπως συνηθίζουμε να λέμε, αλλά η πράξη αυτή, που δεν είναι παρά το ίχνος της έντασης που περικλείει το έργο σε απόλυτη σχέση επικοινωνίας με το κοινό.
Σε παρόμοιες όμως σκέψεις έρχεται να προστεθεί το ερώτημα ποια είναι αυτή η κουλτούρα που καθορίζει τις φόρμες επικοινωνίας;
Σε ύστερους χρόνους είχαμε διαπιστώσει ότι η απόσυρση των καλλιτεχνών από την επικοινωνία του με το κοινό, απετέλεσε ένδειξη ότι η αστική σύγχρονη τάξη δεν ήταν ένας αιώνιος φυσικός τρόπος ζωής, αλλά ένα στάδιο διαδοχής κοινωνικού περιεχομένου, ενός περιεχομένου που όμως επέφερε την «τέχνη για την τέχνη», την «καθαρή ποίηση». Η συνέπεια ήταν η απόλυτη διάλυση του περιεχομένου μέσα στη φόρμα του έργου, εικαστικού ή ποιητικού, με αποτέλεσμα το έργο να αρκείται σε αυτό το ίδιο.
Στη σύγχρονη όμως εποχή, παρατηρούμε ότι η ιδεολογική σύγχυση που επικρατεί και κυρίως μετά τη δεκαετία του ’80, όπου η τέχνη εμπλέκεται με τη ζωή, συνδέεται με τη ζωή, σε αντίθεση με την πρωτοπορία, βασικός διάλογος επικοινωνίας καθίσταται ένα γεγονός το οποίο υποδεικνύει ένα άλλο.
Λειτουργεί εύλογα μέσα στις πραγματικές καταστάσεις της ζωής, της κουλτούρας. Και όταν σημειώνουμε κουλτούρα, εννοούμε την αισθητική, τα ήθη και τα συναισθήματα δηλαδή την απογυμνώνουμε από κάθε επιστημονικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα.
Το μήνυμα είναι πλέον να επικοινωνήσουμε μέσα από μια διαδικασία γεγονότων η οποία όμως διαδικασία δεν έχει προκαθορισμένα όρια.
Αυτός ο τρόπος επικοινωνίας πολλές φορές έχει λειτουργήσει ως κατάδειξη πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών πεπραγμένων, που όμως έχει μείνει πάντα εκτός θεσμών αφού δεν αποτελεί ακαδημαϊκό μοντέλο.
Η ιστορία έχει δείξει ότι παρόμοιες διαδικασίες θίγουν ή απομονώνουν συμπεριφορές, όπως των σταρ, πολιτικών που όμως πολύ γρήγορα οδηγούν σε απομόνωση, γιατί ενώ ξεκινούν ως ένα είδος στράτευσης καταλήγουν πολλές φορές σε προσωπική αμφισβήτηση.
Και εδώ τίθεται το ερώτημα, πως η επικοινωνία που βασίζεται σε γεγονότα μπορεί να οργανωθεί έτσι ώστε να αποτελέσει μια δυναμική, η οποία έξω από κάθε προκαθορισμένο πολιτιστικό όριο, μπορεί να εξελιχθεί σε ένα υγιές κοινωνικό διάλογο, σ’ ένα διάλογο που δεν θα εναπόκειται στις φόρμες του πολιτιστικού μάρκετινκ ή όποιου άλλου, αλλά μόνο στην ίδια την επικοινωνία και το έργο της;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου